Εξουσιάζω στα ισλανδικά
Μετάφραση: εξουσιάζω, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
eftirlit, hnekkt, overrule
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εξουσιάζω
εξουσιάζω λεξικό γλώσσας ισλανδικά, εξουσιάζω στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- εξορκίζω στα ισλανδικά - exorcize
- εξουσία στα ισλανδικά - heimild, vald, kraftur, máttur, völd, afl, orku
- εξουσιοδοτούμαι στα ισλανδικά - fjárfesta, er, am, ég, hef
- εξουσιοδοτώ στα ισλανδικά - heimila, heimilað, leyfa, heimild, heimilar
Τυχαίες λέξεις
Εξουσιάζω στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: eftirlit, hnekkt, overrule
Μεταφράσεις: eftirlit, hnekkt, overrule