Επιμένω στα ισλανδικά

Μετάφραση: επιμένω, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
heimta, krefjast þess, krefjast, krefjumst, krefjast þess að
Επιμένω στα ισλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: επιμένω

επιμένω σ' έναν άλλο κόσμο, επιμένω κυριαζής στίχοι, επιμένω - χρήστος κυριαζής, επιμένω συνώνυμο, επιμένω ελληνικά, επιμένω λεξικό γλώσσας ισλανδικά, επιμένω στα ισλανδικά

Μεταφράσεις

  • επιλογή στα ισλανδικά - kjör, úrval, valkostur, kostur, möguleiki, kosturinn, valkost
  • επιμέλεια στα ισλανδικά - iðni, forsjá, vörslu, varðhaldi, forsjá barns, varsla
  • επιμήκης στα ισλανδικά - aflangur, ílöng, ílangar, aflangar, aflöng
  • επιμήκυνση στα ισλανδικά - lenging, lengingu, lengingu þáttarins, flyst lenging
Τυχαίες λέξεις
Επιμένω στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: heimta, krefjast þess, krefjast, krefjumst, krefjast þess að