Επιμένω στα ουκρανικά
Μετάφραση: επιμένω, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
прісно, верес, наполягати, настоювати, наполягатиме, наполягатимуть, наполягатимемо
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: επιμένω
επιμένω σ' έναν άλλο κόσμο, επιμένω κυριαζής στίχοι, επιμένω - χρήστος κυριαζής, επιμένω συνώνυμο, επιμένω ελληνικά, επιμένω λεξικό γλώσσας ουκρανικά, επιμένω στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- επιλογή στα ουκρανικά - вибір, альтернатива, відбір, набір, набирання, опціон, опція, ...
- επιμέλεια στα ουκρανικά - старання, ретельність, диліжанс, намагання, старанність, зберігання, збереження
- επιμήκης στα ουκρανικά - здовжений, довгастий, прямокутний, продовгуватий
- επιμήκυνση στα ουκρανικά - продовження, видовження, подовження
Τυχαίες λέξεις
Επιμένω στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: прісно, верес, наполягати, настоювати, наполягатиме, наполягатимуть, наполягатимемо
Μεταφράσεις: прісно, верес, наполягати, настоювати, наполягатиме, наполягатимуть, наполягатимемо