Επιμένω στα τσεχικά

Μετάφραση: επιμένω, Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
naléhat, meškat, otálet, vyžadovat, trvat, váhat, trvat na tom, trvají, trvají na tom
Επιμένω στα τσεχικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: επιμένω

επιμένω σ' έναν άλλο κόσμο, επιμένω κυριαζής στίχοι, επιμένω - χρήστος κυριαζής, επιμένω συνώνυμο, επιμένω ελληνικά, επιμένω λεξικό γλώσσας τσεχικά, επιμένω στα τσεχικά

Μεταφράσεις

  • επιλογή στα τσεχικά - vybírání, výběr, elita, volba, sortiment, výkvět, alternativa, ...
  • επιμέλεια στα τσεχικά - snaživost, přičinlivost, péče, vytrvalost, horlivost, píle, vazba, ...
  • επιμήκης στα τσεχικά - obdélný, podlouhlý, obdélníkový, obdélník, podélný, protáhlý, podlouhlé, ...
  • επιμήκυνση στα τσεχικά - prodloužení, natahování, protažení, tažnost, elongace, prodlužování
Τυχαίες λέξεις
Επιμένω στα τσεχικά - Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Μεταφράσεις: naléhat, meškat, otálet, vyžadovat, trvat, váhat, trvat na tom, trvají, trvají na tom