Επιμένω στα πολωνικά

Μετάφραση: επιμένω, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
nalegać, zasiedzieć, domagać, obstawać, zwlekać, pokutować, upierać, ociągać, marudzić, upierać się, domagać się, podkreślać
Επιμένω στα πολωνικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: επιμένω

επιμένω σ' έναν άλλο κόσμο, επιμένω κυριαζής στίχοι, επιμένω - χρήστος κυριαζής, επιμένω συνώνυμο, επιμένω ελληνικά, επιμένω λεξικό γλώσσας πολωνικά, επιμένω στα πολωνικά

Μεταφράσεις

  • επιλογή στα πολωνικά - obiór, wariant, wybór, selekcja, dobór, alternatywa, opcja, ...
  • επιμέλεια στα πολωνικά - wytrwałość, pilność, skrzętność, pracowitość, staranność, areszt, opieka, ...
  • επιμήκης στα πολωνικά - podługowaty, prostokątny, podłużny, prostokąt, podłużne, podłużna
  • επιμήκυνση στα πολωνικά - elongacja, rozciągliwość, wydłużenie, wydłużenia, wydłużanie, wydłuŜenie
Τυχαίες λέξεις
Επιμένω στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: nalegać, zasiedzieć, domagać, obstawać, zwlekać, pokutować, upierać, ociągać, marudzić, upierać się, domagać się, podkreślać