Εφάπτομαι στα ισλανδικά
Μετάφραση: εφάπτομαι, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
osculate
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εφάπτομαι
άπτομαι αγγλικα, εφάπτομαι english, εφάπτομαι λεξικό γλώσσας ισλανδικά, εφάπτομαι στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- εφάμιλλος στα ισλανδικά - hliðstæður, jafnt og, jafnt, jafn, jöfn, jafngildir
- εφάπαξ στα ισλανδικά - einusinni, eingreiðsla, eingreiðslu, eingreiðsluna
- εφαρμογή στα ισλανδικά - umsókn, forrit, forritið, beitingu, umsóknin
- εφαρμοστός στα ισλανδικά - húð, húðina, húðin, í húð, húðinni
Τυχαίες λέξεις
Εφάπτομαι στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: osculate
Μεταφράσεις: osculate