Εφάπτομαι στα τούρκικα

Μετάφραση: εφάπτομαι, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
dayanmak, öpmek, ilgisi olmak, ortak özellikleri olmak, ortak özellikleri
Εφάπτομαι στα τούρκικα
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εφάπτομαι

άπτομαι αγγλικα, εφάπτομαι english, εφάπτομαι λεξικό γλώσσας τούρκικα, εφάπτομαι στα τούρκικα

Μεταφράσεις

  • εφάμιλλος στα τούρκικα - eşit, eşittir, denk
  • εφάπαξ στα τούρκικα - önceki, toptan, toptan ödeme, götürü, götürü miktar, götürü bedel
  • εφαρμογή στα τούρκικα - uygulama, uygulaması, başvuru, bir uygulama, uygulamaya
  • εφαρμοστός στα τούρκικα - deri sıkı, cilt sıkı, cilt geçirmez, deri geçirmez
Τυχαίες λέξεις
Εφάπτομαι στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: dayanmak, öpmek, ilgisi olmak, ortak özellikleri olmak, ortak özellikleri