Εφάπτομαι στα ιταλικά
Μετάφραση: εφάπτομαι, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
osculare, osculate
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εφάπτομαι
άπτομαι αγγλικα, εφάπτομαι english, εφάπτομαι λεξικό γλώσσας ιταλικά, εφάπτομαι στα ιταλικά
Μεταφράσεις
- εφάμιλλος στα ιταλικά - uguale, pari a, uguale a, pari, pari al
- εφάπαξ στα ιταλικά - quando, allorché, subito, una tantum, somma forfettaria, importo forfettario, forfait, ...
- εφαρμογή στα ιταλικά - applicazione, realizzazione, attuazione, diligenza, proposta, domanda, dell'applicazione, ...
- εφαρμοστός στα ιταλικά - attillato, aderente, attillante, attillati, attillata
Τυχαίες λέξεις
Εφάπτομαι στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: osculare, osculate
Μεταφράσεις: osculare, osculate