Εφάπτομαι στα σλαβομακεδονικά
Μετάφραση: εφάπτομαι, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
osculate
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εφάπτομαι
άπτομαι αγγλικα, εφάπτομαι english, εφάπτομαι λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, εφάπτομαι στα σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις
- εφάμιλλος στα σλαβομακεδονικά - еднаква на, еднаков на, еднаков, еднакво на, еднаква
- εφάπαξ στα σλαβομακεδονικά - паушал, паушално, паушален износ, паушална сума, паушален
- εφαρμογή στα σλαβομακεδονικά - апликација, примена, барање, апликацијата, примената
- εφαρμοστός στα σλαβομακεδονικά - кожата, кожа, на кожата, кожни
Τυχαίες λέξεις
Εφάπτομαι στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: osculate
Μεταφράσεις: osculate