Κολακεύω στα ισλανδικά
Μετάφραση: κολακεύω, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
hæla, Blarney
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κολακεύω
κολακεύω αντωνυμο, κολακεύω συνώνυμο, κολακεύω συνώνυμα, κολακεύω στα αγγλικα, κολακεύω λεξικό γλώσσας ισλανδικά, κολακεύω στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- κολίγας στα ισλανδικά - crofters
- κολακευτικός στα ισλανδικά - adulatory
- κολασμένος στα ισλανδικά - fordæmdur, Damned
- κολασμός στα ισλανδικά - refsingu, refsing, refsingar, Hegning, refsing liggi
Τυχαίες λέξεις
Κολακεύω στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: hæla, Blarney
Μεταφράσεις: hæla, Blarney