Κολακεύω στα ουγγρικά
Μετάφραση: κολακεύω, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
hízelgő beszéd, Blarney, a Blarney
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κολακεύω
κολακεύω αντωνυμο, κολακεύω συνώνυμο, κολακεύω συνώνυμα, κολακεύω στα αγγλικα, κολακεύω λεξικό γλώσσας ουγγρικά, κολακεύω στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- κολίγας στα ουγγρικά - kisbirtokosok, Crofters, The Crofters
- κολακευτικός στα ουγγρικά - hízelgő
- κολασμένος στα ουγγρικά - istenverte, fránya, átkozott, az átkozott, átkozottul, rohadt
- κολασμός στα ουγγρικά - kárhozat, büntetés, büntetést, büntetésnek, a büntetés, büntetése
Τυχαίες λέξεις
Κολακεύω στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: hízelgő beszéd, Blarney, a Blarney
Μεταφράσεις: hízelgő beszéd, Blarney, a Blarney