Κολακεύω στα λευκορωσικά
Μετάφραση: κολακεύω, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
ліслівіць, лісьлівіць, было ліслівіць, ліслівіў ні, ліслівіў
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κολακεύω
κολακεύω αντωνυμο, κολακεύω συνώνυμο, κολακεύω συνώνυμα, κολακεύω στα αγγλικα, κολακεύω λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, κολακεύω στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- κολίγας στα λευκορωσικά - Crofters
- κολακευτικός στα λευκορωσικά - лісьлівы, вінаваты
- κολασμένος στα λευκορωσικά - пракляты
- κολασμός στα λευκορωσικά - пакаранне, пакараньне
Τυχαίες λέξεις
Κολακεύω στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: ліслівіць, лісьлівіць, было ліслівіць, ліслівіў ні, ліслівіў
Μεταφράσεις: ліслівіць, лісьлівіць, было ліслівіць, ліслівіў ні, ліслівіў