Λογιστικός στα ισλανδικά

Μετάφραση: λογιστικός, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
bókhald, Bókhaldsþjónusta, bókhaldslegan, bókhaldi, reikningsskil
Λογιστικός στα ισλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: λογιστικός

λογιστικός χειρισμός έκτακτης εισφοράς, λογιστικός χειρισμός επιχορηγήσεων, λογιστικός χειρισμός εετηδε, λογιστικός χειρισμός προβλέψεων, λογιστικός προσδιορισμός καθαρών κερδών επιχειρήσεων με βιβλία β' κατηγορίας, λογιστικός λεξικό γλώσσας ισλανδικά, λογιστικός στα ισλανδικά

Μεταφράσεις

  • λογιστής στα ισλανδικά - reikningsmaður, endurskoðandi, Bókari, endurskoðanda, Og Fjárfestingar, Fjárfestingar
  • λογιστική στα ισλανδικά - bókhald, Bókhaldsþjónusta, bókhaldslegan, bókhaldi, reikningsskil
  • λογοκλοπή στα ισλανδικά - ritstuldur
  • λογοκλόπος στα ισλανδικά - plagiarist
Τυχαίες λέξεις
Λογιστικός στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: bókhald, Bókhaldsþjónusta, bókhaldslegan, bókhaldi, reikningsskil