Λογιστικός στα φινλανδικά

Μετάφραση: λογιστικός, Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
kirjanpito, kirjanpidon, tilinpäätöksen, kirjanpitoa, kirjanpito-
Λογιστικός στα φινλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: λογιστικός

λογιστικός χειρισμός έκτακτης εισφοράς, λογιστικός χειρισμός επιχορηγήσεων, λογιστικός χειρισμός εετηδε, λογιστικός χειρισμός προβλέψεων, λογιστικός προσδιορισμός καθαρών κερδών επιχειρήσεων με βιβλία β' κατηγορίας, λογιστικός λεξικό γλώσσας φινλανδικά, λογιστικός στα φινλανδικά

Μεταφράσεις

  • λογιστής στα φινλανδικά - tilintarkastaja, kirjanpitäjä, accountant, kirjanpitäjän, tilintarkastajan
  • λογιστική στα φινλανδικά - kirjanpito, kirjanpidon, tilinpäätöksen, kirjanpitoa, kirjanpito-
  • λογοκλοπή στα φινλανδικά - plagiointi, plagiointia, plagioinnista, plagioinnin, plagiointiin
  • λογοκλόπος στα φινλανδικά - plagioija
Τυχαίες λέξεις
Λογιστικός στα φινλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Μεταφράσεις: kirjanpito, kirjanpidon, tilinpäätöksen, kirjanpitoa, kirjanpito-