Λυγίζω στα ισλανδικά

Μετάφραση: λυγίζω, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
inflect
Λυγίζω στα ισλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: λυγίζω

λυγίζω συνωνυμο, δεν λυγίζω, λυγίζω in english, λυγίζω στα αγγλικά, λυγίζω συνώνυμα, λυγίζω λεξικό γλώσσας ισλανδικά, λυγίζω στα ισλανδικά

Μεταφράσεις

  • λούστρο στα ισλανδικά - fægja, fága, spónn, viðarspón
  • λούτσα στα ισλανδικά - pollur, loutsa
  • λυγαριά στα ισλανδικά - wicker
  • λυγμός στα ισλανδικά - kjökra, sobbing
Τυχαίες λέξεις
Λυγίζω στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: inflect