Λυγίζω στα τούρκικα
Μετάφραση: λυγίζω, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
bükmek, eğmek, çekmek, kıvırmak
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: λυγίζω
λυγίζω συνωνυμο, δεν λυγίζω, λυγίζω in english, λυγίζω στα αγγλικά, λυγίζω συνώνυμα, λυγίζω λεξικό γλώσσας τούρκικα, λυγίζω στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- λούστρο στα τούρκικα - yaldız, cila, kaplama, veneer, ahşap kaplama
- λούτσα στα τούρκικα - Loutsa
- λυγαριά στα τούρκικα - hasır, wicker, rotang, söğüt ağacı, sorgun ağacı
- λυγμός στα τούρκικα - hıçkırmak, hıçkıra hıçkıra, hıçkırarak, ağlamayı, hıçkırıklar, ağlıyordu
Τυχαίες λέξεις
Λυγίζω στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: bükmek, eğmek, çekmek, kıvırmak
Μεταφράσεις: bükmek, eğmek, çekmek, kıvırmak