Λυγίζω στα σουηδικά
Μετάφραση: λυγίζω, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
böja, inflect
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: λυγίζω
λυγίζω συνωνυμο, δεν λυγίζω, λυγίζω in english, λυγίζω στα αγγλικά, λυγίζω συνώνυμα, λυγίζω λεξικό γλώσσας σουηδικά, λυγίζω στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- λούστρο στα σουηδικά - polityr, polera, glans, faner, fanér, faneret, fernissa
- λούτσα στα σουηδικά - Loutsa
- λυγαριά στα σουηδικά - vide, wicker, korgvide, rotting
- λυγμός στα σουηδικά - snyftning, snyfta, snyft, snyftande, snyftade, sobbing
Τυχαίες λέξεις
Λυγίζω στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: böja, inflect
Μεταφράσεις: böja, inflect