Μαστίζω στα ισλανδικά

Μετάφραση: μαστίζω, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
infest, að infest
Μαστίζω στα ισλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: μαστίζω

σαστίζω συνώνυμο, σαστίζω συνώνυμα, μαστίζω λεξικό γλώσσας ισλανδικά, μαστίζω στα ισλανδικά

Μεταφράσεις

  • μασάζ στα ισλανδικά - nudd
  • μαστάρι στα ισλανδικά - mastari
  • μαστίχα στα ισλανδικά - Mastic
  • μαστιγώνω στα ισλανδικά - flog
Τυχαίες λέξεις
Μαστίζω στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: infest, að infest