Μαστίζω στα τούρκικα

Μετάφραση: μαστίζω, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
kirpik, kırbaç, kamçı, kaplamak, istila, infest, de saldırabildiğinden, istila etmek
Μαστίζω στα τούρκικα
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: μαστίζω

σαστίζω συνώνυμο, σαστίζω συνώνυμα, μαστίζω λεξικό γλώσσας τούρκικα, μαστίζω στα τούρκικα

Μεταφράσεις

  • μασάζ στα τούρκικα - masaj, masajı, Massage
  • μαστάρι στα τούρκικα - mastari
  • μαστίχα στα τούρκικα - zamk, tutkal, sakız, mastik, macun, sakızlı
  • μαστιγώνω στα τούρκικα - kamçı, kamçılamak, flog, dövmek, dayak atmak, için kırbaçlayamam
Τυχαίες λέξεις
Μαστίζω στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: kirpik, kırbaç, kamçı, kaplamak, istila, infest, de saldırabildiğinden, istila etmek