Ξαφνικά στα ισλανδικά
Μετάφραση: ξαφνικά, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
skyndilega, allt í einu, einu, í einu, skyndilega að
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ξαφνικά
ξαφνικά με θέλεις στη ζωή σου, ξαφνικά 30, ξαφνικά στίχοι, ξαφνικά επίρρημα, ξαφνικά όλα αλλάζουν κι αρχίζω να θυμάμαι ξανά, ξαφνικά λεξικό γλώσσας ισλανδικά, ξαφνικά στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- ξαπλώνω στα ισλανδικά - leggja, setja, lygi, liggja, ljúga, liggur, leggjast
- ξαφνιάζω στα ισλανδικά - óvart, á óvart, koma á óvart, undra, að undra
- ξαφνικός στα ισλανδικά - skyndileg, skyndilega, einu, skyndilegur, skyndilegum
- ξαφρίζω στα ισλανδικά - Lögð
Τυχαίες λέξεις
Ξαφνικά στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: skyndilega, allt í einu, einu, í einu, skyndilega að
Μεταφράσεις: skyndilega, allt í einu, einu, í einu, skyndilega að