Ξαφνικά στα πορτογαλικά
Μετάφραση: ξαφνικά, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
subitamente, repentino, de repente, repentinamente, repente
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ξαφνικά
ξαφνικά με θέλεις στη ζωή σου, ξαφνικά 30, ξαφνικά στίχοι, ξαφνικά επίρρημα, ξαφνικά όλα αλλάζουν κι αρχίζω να θυμάμαι ξανά, ξαφνικά λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, ξαφνικά στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- ξαπλώνω στα πορτογαλικά - estender, configuração, advogado, deitar, acamar, mentira, mentir, ...
- ξαφνιάζω στα πορτογαλικά - surpresa, de surpresa, surpreender, espanto
- ξαφνικός στα πορτογαλικά - brusco, repentino, súbito, sudão, súbita, repentina, repente
- ξαφρίζω στα πορτογαλικά - desnatar, hábil, roçar, desnatado, skim, magro
Τυχαίες λέξεις
Ξαφνικά στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: subitamente, repentino, de repente, repentinamente, repente
Μεταφράσεις: subitamente, repentino, de repente, repentinamente, repente