Οικοδεσπότης στα ισλανδικά

Μετάφραση: οικοδεσπότης, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
gestgjafi, her, vél, vélin, hýsa
Οικοδεσπότης στα ισλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: οικοδεσπότης

η οικοδεσπότης, οικοδεσπότης αγγλικα, οικοδεσπότης λεξικό γλώσσας ισλανδικά, οικοδεσπότης στα ισλανδικά

Μεταφράσεις

  • οικογένεια στα ισλανδικά - bú, fjölskylda, fjölskyldan, Fjölskylduferðir, fjölskyldu, fjölskyldufyrirtæki
  • οικοδέσποινα στα ισλανδικά - hostess
  • οικοδομώ στα ισλανδικά - byggja, byggja upp, að byggja, að byggja upp, byggt
  • οικοδόμος στα ισλανδικά - byggingameistari, byggir, Builder, byggingaraðili
Τυχαίες λέξεις
Οικοδεσπότης στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: gestgjafi, her, vél, vélin, hýsa