Οικοδεσπότης στα πορτογαλικά
Μετάφραση: οικοδεσπότης, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
anfitrião, hospitalizar, hospedeiro, acolhimento, de acolhimento, hospedeira
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: οικοδεσπότης
η οικοδεσπότης, οικοδεσπότης αγγλικα, οικοδεσπότης λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, οικοδεσπότης στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- οικογένεια στα πορτογαλικά - família, glória, categoria, fama, familiar, da família, a família, ...
- οικοδέσποινα στα πορτογαλικά - anfitriã, Sobrinha, hostess, hospedeira, da hospedeira
- οικοδομώ στα πορτογαλικά - construção, construir, erigir, criar, construção de, construir a
- οικοδόμος στα πορτογαλικά - lavrador, construtor, construtor de, do construtor, builder, construtor do
Τυχαίες λέξεις
Οικοδεσπότης στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: anfitrião, hospitalizar, hospedeiro, acolhimento, de acolhimento, hospedeira
Μεταφράσεις: anfitrião, hospitalizar, hospedeiro, acolhimento, de acolhimento, hospedeira