Τραυματισμένος στα ισλανδικά

Μετάφραση: τραυματισμένος, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
slasaður, meiddur, slasast, slasaðra, slasaðir
Τραυματισμένος στα ισλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: τραυματισμένος

τραυματισμένος λεξικό γλώσσας ισλανδικά, τραυματισμένος στα ισλανδικά

Μεταφράσεις

  • τραυματίζω στα ισλανδικά - særa, skaða, skaðað, skaði, meiða, særir
  • τραυματικός στα ισλανδικά - áverka, áfall, áfalls, yfirþyrmandi, sálrænum
  • τραυματισμός στα ισλανδικά - særa, wounding, sært
  • τραχεία στα ισλανδικά - barki, barka, Tracheal, barkann, í barkann
Τυχαίες λέξεις
Τραυματισμένος στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: slasaður, meiddur, slasast, slasaðra, slasaðir