Γλωσσικός στα ισπανικά
Μετάφραση: γλωσσικός, Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
lingüístico, lingüística, lingüísticos, lingüísticas, lingística
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: γλωσσικός
γλωσσικός δανεισμός, γλωσσικός έλεγχος, γλωσσικόσ κώδικασ, γλωσσικός γραμματισμός, γλωσσικός συλλογισμός παραδείγματα, γλωσσικός λεξικό γλώσσας ισπανικά, γλωσσικός στα ισπανικά
Μεταφράσεις
- γλυπτική στα ισπανικά - escultura, entalladura, esculpir, la escultura, escultura de, esculturas
- γλυπτό στα ισπανικά - entalladura, esculpir, escultura, la escultura, escultura de, esculturas
- γλωσσολογία στα ισπανικά - lingüística, la lingüística
- γλωσσολόγος στα ισπανικά - lingüista, el lingüista, lingüista de, lingüistas, linguista
Τυχαίες λέξεις
Γλωσσικός στα ισπανικά - Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά
Μεταφράσεις: lingüístico, lingüística, lingüísticos, lingüísticas, lingística
Μεταφράσεις: lingüístico, lingüística, lingüísticos, lingüísticas, lingística