Γλωσσικός στα τσεχικά
Μετάφραση: γλωσσικός, Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
lingvistika, jazykovědný, lingvistický, jazykověda, jazykový, jazykové, jazyková, jazykovou, jazykových
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: γλωσσικός
γλωσσικός δανεισμός, γλωσσικός έλεγχος, γλωσσικόσ κώδικασ, γλωσσικός γραμματισμός, γλωσσικός συλλογισμός παραδείγματα, γλωσσικός λεξικό γλώσσας τσεχικά, γλωσσικός στα τσεχικά
Μεταφράσεις
- γλυπτική στα τσεχικά - vyřezávat, vytesávat, sochařství, rýt, socha, plastika, sochy, ...
- γλυπτό στα τσεχικά - rýt, vytesávat, sochařství, vyřezávat, socha, plastika, sochy, ...
- γλωσσολογία στα τσεχικά - jazykověda, lingvistika, Jazykověda, lingvistiky, lingvistiku, linguistics
- γλωσσολόγος στα τσεχικά - lingvista, jazykovědec, lingvistka, jazykovědce, jazykovědci
Τυχαίες λέξεις
Γλωσσικός στα τσεχικά - Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Μεταφράσεις: lingvistika, jazykovědný, lingvistický, jazykověda, jazykový, jazykové, jazyková, jazykovou, jazykových
Μεταφράσεις: lingvistika, jazykovědný, lingvistický, jazykověda, jazykový, jazykové, jazyková, jazykovou, jazykových