Διστακτικότητα στα ισπανικά

Μετάφραση: διστακτικότητα, Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
vacilación, indecisión, dudarlo, vacilar, vacilaciones, la vacilación
Διστακτικότητα στα ισπανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: διστακτικότητα

διστακτικότητα συνώνυμα, διστακτικότητα λεξικό γλώσσας ισπανικά, διστακτικότητα στα ισπανικά

Μεταφράσεις

  • δισταγμός στα ισπανικά - duda, indecisión, vacilación, temor, dudarlo, vacilar, vacilaciones, ...
  • διστακτικός στα ισπανικά - indeciso, vacilante, titubeante, vacilantes, dudan
  • διυλιστήριο στα ισπανικά - refinería, refinería de, la refinería, refinerías, de refinería
  • διφορούμενος στα ισπανικά - ambiguo, equívoco, evasivo, ambigua, ambiguos, ambiguas, ambigüedad
Τυχαίες λέξεις
Διστακτικότητα στα ισπανικά - Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά
Μεταφράσεις: vacilación, indecisión, dudarlo, vacilar, vacilaciones, la vacilación