Διστακτικότητα στα λευκορωσικά

Μετάφραση: διστακτικότητα, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
нерашучасць, нерашучасьць, нерашучасці, нерашучае, няўпэўненасць
Διστακτικότητα στα λευκορωσικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: διστακτικότητα

διστακτικότητα συνώνυμα, διστακτικότητα λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, διστακτικότητα στα λευκορωσικά

Μεταφράσεις

  • δισταγμός στα λευκορωσικά - нерашучасць, нерашучасьць, нерашучасці, нерашучае, няўпэўненасць
  • διστακτικός στα λευκορωσικά - нерашучы
  • διυλιστήριο στα λευκορωσικά - ачышчальны, ачышчальным
  • διφορούμενος στα λευκορωσικά - двухсэнсоўны
Τυχαίες λέξεις
Διστακτικότητα στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: нерашучасць, нерашучасьць, нерашучасці, нерашучае, няўпэўненасць