Κάκωση στα ισπανικά
Μετάφραση: κάκωση, Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
lesión, daño, lesiones, la lesión, una lesión
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κάκωση
κάκωση σπονδυλικής στήλης, κάκωση έσω πλάγιου συνδέσμου, κάκωση ποδοκνημικής, κάκωση πλευρών, κάκωση έσω μηνίσκου, κάκωση λεξικό γλώσσας ισπανικά, κάκωση στα ισπανικά
Μεταφράσεις
- κάθομαι στα ισπανικά - sentarse, sentar, posarse, sentarme, sentarte, sentarnos
- κάκτος στα ισπανικά - cacto, cactus, de cactus, cactus de, del cacto
- κάλπικος στα ισπανικά - contrahacer, falsear, falsificar, falsificación, falso, seudo, de pseudo, ...
- κάλτσα στα ισπανικά - calcetín, del calcetín, media, calcetín de, el calcetín
Τυχαίες λέξεις
Κάκωση στα ισπανικά - Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά
Μεταφράσεις: lesión, daño, lesiones, la lesión, una lesión
Μεταφράσεις: lesión, daño, lesiones, la lesión, una lesión