Καθιστώ στα ισπανικά
Μετάφραση: καθιστώ, Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
hacer, prestar, render, rinden, rinda
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: καθιστώ
καθιστώ αόριστοσ, καθιστώ κατέστησα, καθιστώ χωλόν, καθιστώ αγγλικά, καθιστώ ικανό, καθιστώ λεξικό γλώσσας ισπανικά, καθιστώ στα ισπανικά
Μεταφράσεις
- καθιερώνω στα ισπανικά - cimentar, constituir, plantear, basar, instituir, crear, establecer, ...
- καθιστικός στα ισπανικά - sesión, sedentario, sedentaria, sedentarios, sedentarias, sedentarismo
- καθοδήγηση στα ισπανικά - conducta, consejo, aconsejar, dirección, orientación, guía, orientaciones, ...
- καθοδηγώ στα ισπανικά - mandar, orientar, encaminar, guía, dirigir, gobernar, derecho, ...
Τυχαίες λέξεις
Καθιστώ στα ισπανικά - Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά
Μεταφράσεις: hacer, prestar, render, rinden, rinda
Μεταφράσεις: hacer, prestar, render, rinden, rinda