Σαρώνω στα ισπανικά
Μετάφραση: σαρώνω, Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
examinar, escobar, barrer, redada, extensión, barrido, de barrido
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σαρώνω
σαρώνω συνωνυμα, σαρώνω βικιλεξικο, σαρώνω ετυμολογία, σαρώνω συνώνυμο, σαρώνω λεξικό γλώσσας ισπανικά, σαρώνω στα ισπανικά
Μεταφράσεις
- σαρκώδης στα ισπανικά - carnoso, carnosa, carnosas, carnosos, carnudo
- σαρωτικός στα ισπανικά - barrido, general, dramático, profundo, de barrido
- σας στα ισπανικά - tú, suyo, vos, su, vuestro, vosotros, os, ...
- σασί στα ισπανικά - chasis, bastidor, chasis de, del chasis, de chasis
Τυχαίες λέξεις
Σαρώνω στα ισπανικά - Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά
Μεταφράσεις: examinar, escobar, barrer, redada, extensión, barrido, de barrido
Μεταφράσεις: examinar, escobar, barrer, redada, extensión, barrido, de barrido