Ανακαινίζω στα ιταλικά

Μετάφραση: ανακαινίζω, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
restaurare, rinnovare, rimodernare, ripristinare, reface, refazione
Ανακαινίζω στα ιταλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ανακαινίζω

ανακαινίζω στα αγγλικα, ανακαινίζω συνώνυμο, χτίζω ανακαινίζω, ανακαινίζω το σπίτι μου, ανακαινίζω το μπάνιο, ανακαινίζω λεξικό γλώσσας ιταλικά, ανακαινίζω στα ιταλικά

Μεταφράσεις

  • ανακάλυψη στα ιταλικά - scoperta, la scoperta, ritrovamento, rilevamento, scoprire
  • ανακαίνιση στα ιταλικά - rinnovamento, rinnovo, restauro, aggiornamento, ristrutturazione, ristrutturare
  • ανακαλύπτω στα ιταλικά - scovare, tracciare, orma, vestigio, dissotterrare, rintracciare, impronta, ...
  • ανακαλώ στα ιταλικά - annullare, abrogare, richiamo, Recall, di richiamo, il richiamo, richiamare
Τυχαίες λέξεις
Ανακαινίζω στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: restaurare, rinnovare, rimodernare, ripristinare, reface, refazione