Ανακαινίζω στα τούρκικα

Μετάφραση: ανακαινίζω, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
yenileştirmek, rektifiyesi
Ανακαινίζω στα τούρκικα
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ανακαινίζω

ανακαινίζω στα αγγλικα, ανακαινίζω συνώνυμο, χτίζω ανακαινίζω, ανακαινίζω το σπίτι μου, ανακαινίζω το μπάνιο, ανακαινίζω λεξικό γλώσσας τούρκικα, ανακαινίζω στα τούρκικα

Μεταφράσεις

  • ανακάλυψη στα τούρκικα - keşif, keşfi, discovery, bir keşif, buluş
  • ανακαίνιση στα τούρκικα - yenileme, tarihi, yenilenmesi, Güncelleme, tadilat
  • ανακαλύπτω στα τούρκικα - çizmek, keşfetmek, iz, bilgiye, şehrinde, şehrini keşfetmek, keşfedin
  • ανακαλώ στα τούρκικα - geri çağırma, hatırlama, çağırma, recall, geri çekme
Τυχαίες λέξεις
Ανακαινίζω στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: yenileştirmek, rektifiyesi