Ανακαινίζω στα σουηδικά
Μετάφραση: ανακαινίζω, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
renovera, örord
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ανακαινίζω
ανακαινίζω στα αγγλικα, ανακαινίζω συνώνυμο, χτίζω ανακαινίζω, ανακαινίζω το σπίτι μου, ανακαινίζω το μπάνιο, ανακαινίζω λεξικό γλώσσας σουηδικά, ανακαινίζω στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- ανακάλυψη στα σουηδικά - fynd, upptäckt, upptäckten, upptäckter, discovery, upptäcka
- ανακαίνιση στα σουηδικά - renovering, förnyelse, renoveringen, renoverings, renoveringar
- ανακαλύπτω στα σουηδικά - blotta, spår, märke, spåra, upptäcka, upptäck, utforska, ...
- ανακαλώ στα σουηδικά - annullera, avskaffa, återkallande, återkallelse, recall, minns, återkallelsen
Τυχαίες λέξεις
Ανακαινίζω στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: renovera, örord
Μεταφράσεις: renovera, örord