Γερουσία στα ιταλικά
Μετάφραση: γερουσία, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
senato, Senate, del senato, al Senato
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: γερουσία
γερουσία της δυτικής χέρσου ελλάδος, ιταλική γερουσία, γερουσία στην ελλάδα, γερουσία 1844, μεσσηνιακή γερουσία, γερουσία λεξικό γλώσσας ιταλικά, γερουσία στα ιταλικά
Μεταφράσεις
- γεροδεμένος στα ιταλικά - robusto, reggiatura, reggette, reggette in, di reggiatura
- γεροντικός στα ιταλικά - senile, senili, rimbambito
- γερουσιαστής στα ιταλικά - senatore, Senator, Il senatore, senatrice, senatore di
- γερός στα ιταλικά - rumore, solido, risuonare, audio, squillare, forte, suonare, ...
Τυχαίες λέξεις
Γερουσία στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: senato, Senate, del senato, al Senato
Μεταφράσεις: senato, Senate, del senato, al Senato