Γερουσία στα πορτογαλικά
Μετάφραση: γερουσία, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
senado, o senado, senate, do Senado, senado de
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: γερουσία
γερουσία της δυτικής χέρσου ελλάδος, ιταλική γερουσία, γερουσία στην ελλάδα, γερουσία 1844, μεσσηνιακή γερουσία, γερουσία λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, γερουσία στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- γεροδεμένος στα πορτογαλικά - robusto, cintas, cintas de, cintagem, de cintagem
- γεροντικός στα πορτογαλικά - senil, senis, senile
- γερουσιαστής στα πορτογαλικά - senador, Senator, senadora, O senador, do senador
- γερός στα πορτογαλικά - resistente, história, abismar, andar, som, sondo, são, ...
Τυχαίες λέξεις
Γερουσία στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: senado, o senado, senate, do Senado, senado de
Μεταφράσεις: senado, o senado, senate, do Senado, senado de