Γερουσία στα πολωνικά
Μετάφραση: γερουσία, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
senat, senatu, Senate, senatem, senacie
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: γερουσία
γερουσία της δυτικής χέρσου ελλάδος, ιταλική γερουσία, γερουσία στην ελλάδα, γερουσία 1844, μεσσηνιακή γερουσία, γερουσία λεξικό γλώσσας πολωνικά, γερουσία στα πολωνικά
Μεταφράσεις
- γεροδεμένος στα πολωνικά - krzepki, tęgi, słuszny, cholerny, mocno zbudowany, spinania, strapping
- γεροντικός στα πολωνικά - starczy, starcze, starcza, starczą, starczej
- γερουσιαστής στα πολωνικά - senator, senatorem, senatora
- γερός στα πολωνικά - dorodny, głęboki, dźwiękowy, dzielny, fonia, akustyczny, żelazny, ...
Τυχαίες λέξεις
Γερουσία στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: senat, senatu, Senate, senatem, senacie
Μεταφράσεις: senat, senatu, Senate, senatem, senacie