Δοκός στα ιταλικά
Μετάφραση: δοκός, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
razza, trave, splendere, irradiare, raggio, fascio, fascio di, del fascio
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: δοκός
δοκός ροδόπης, δοκός gerber, δοκός vierendeel, δοκός σε κάμψη, δοκός ισορροπίας, δοκός λεξικό γλώσσας ιταλικά, δοκός στα ιταλικά
Μεταφράσεις
- δοκιμασία στα ιταλικά - procedimento, cimento, provino, esame, esperimento, collaudo, prova, ...
- δοκιμαστικός στα ιταλικά - processo, prova, Trial, di prova, studio
- δολάριο στα ιταλικά - dollaro, dollari, del dollaro, di dollari, dollar
- δολιοφθορά στα ιταλικά - sabotaggio, sabotare, sabotaggi, il sabotaggio, di sabotaggio, un sabotaggio
Τυχαίες λέξεις
Δοκός στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: razza, trave, splendere, irradiare, raggio, fascio, fascio di, del fascio
Μεταφράσεις: razza, trave, splendere, irradiare, raggio, fascio, fascio di, del fascio