Δοκός στα λευκορωσικά
Μετάφραση: δοκός, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
прамень, луч, промень
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: δοκός
δοκός ροδόπης, δοκός gerber, δοκός vierendeel, δοκός σε κάμψη, δοκός ισορροπίας, δοκός λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, δοκός στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- δοκιμασία στα λευκορωσικά - суд
- δοκιμαστικός στα λευκορωσικά - суд
- δολάριο στα λευκορωσικά - даляр, долар, даляраў, даляры
- δολιοφθορά στα λευκορωσικά - сабатаж
Τυχαίες λέξεις
Δοκός στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: прамень, луч, промень
Μεταφράσεις: прамень, луч, промень