Λόγιος στα ιταλικά

Μετάφραση: λόγιος, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
erudito, studioso, scholar, studiosa, studioso di
Λόγιος στα ιταλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: λόγιος

λόγιοσ ερμή, λόγιος ερμής+abc australia, λόγιος αόριστος, λόγιος λεξιλόγιος, λόγιος ετυμολογια, λόγιος λεξικό γλώσσας ιταλικά, λόγιος στα ιταλικά

Μεταφράσεις

  • λωλός στα ιταλικά - folle, pazzo, pazzesco, arrabbiato, insensato, matto, furibondo, ...
  • λωρίδα στα ιταλικά - strada, sentiero, viuzza, vicolo, striscia, strip, striscia di, ...
  • λόγος στα ιταλικά - ragione, causa, motivo, ragionevolezza, ragione per, motivo per
  • λόγχη στα ιταλικά - lancia, lance, lancia di, la lancia, di lancia
Τυχαίες λέξεις
Λόγιος στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: erudito, studioso, scholar, studiosa, studioso di