Λόγιος στα πορτογαλικά

Μετάφραση: λόγιος, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
estudioso, erudito, scholar, acadêmico, escolar
Λόγιος στα πορτογαλικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: λόγιος

λόγιοσ ερμή, λόγιος ερμής+abc australia, λόγιος αόριστος, λόγιος λεξιλόγιος, λόγιος ετυμολογια, λόγιος λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, λόγιος στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • λωλός στα πορτογαλικά - cavala, insano, louco, Lolos
  • λωρίδα στα πορτογαλικά - paisagem, pista, beco, tira, faixa, tira de, Strip, ...
  • λόγος στα πορτογαλικά - raciocinar, causa, razoabilidade, razão, móvel, motivo, razões, ...
  • λόγχη στα πορτογαλικά - lança, Lance, lança de, da lança, lan�
Τυχαίες λέξεις
Λόγιος στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: estudioso, erudito, scholar, acadêmico, escolar