Λόγιος στα σουηδικά
Μετάφραση: λόγιος, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
lärd, forskare, scholar, vetenskapsman, lärde
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: λόγιος
λόγιοσ ερμή, λόγιος ερμής+abc australia, λόγιος αόριστος, λόγιος λεξιλόγιος, λόγιος ετυμολογια, λόγιος λεξικό γλώσσας σουηδικά, λόγιος στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- λωλός στα σουηδικά - Lolos
- λωρίδα στα σουηδικά - gränd, remsa, remsan, remsor
- λόγος στα σουηδικά - reson, skäl, orsak, anledning, förnuft, anledningen, orsaken
- λόγχη στα σουηδικά - spjut, lans, lansen, lance
Τυχαίες λέξεις
Λόγιος στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: lärd, forskare, scholar, vetenskapsman, lärde
Μεταφράσεις: lärd, forskare, scholar, vetenskapsman, lärde