Λόγιος στα φινλανδικά
Μετάφραση: λόγιος, Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
oppinut, tutkija, Scholar, tiedemies
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: λόγιος
λόγιοσ ερμή, λόγιος ερμής+abc australia, λόγιος αόριστος, λόγιος λεξιλόγιος, λόγιος ετυμολογια, λόγιος λεξικό γλώσσας φινλανδικά, λόγιος στα φινλανδικά
Μεταφράσεις
- λωλός στα φινλανδικά - kiukkuinen, sekopää, älytön, hassu, suuttunut, hullu, vihainen, ...
- λωρίδα στα φινλανδικά - kuja, reitti, rata, ajokaista, kaista, kaistale, liuska, ...
- λόγος στα φινλανδικά - järjellisyys, syy, ymmärrys, kohtuullisuus, aihe, järki, tolkku, ...
- λόγχη στα φινλανδικά - keihäs, seiväs, Lance, lanssin, lansetin, lanssi
Τυχαίες λέξεις
Λόγιος στα φινλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Μεταφράσεις: oppinut, tutkija, Scholar, tiedemies
Μεταφράσεις: oppinut, tutkija, Scholar, tiedemies