Οξικός στα ιταλικά

Μετάφραση: οξικός, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
acetico, acetica, acetico al, acido acetico
Οξικός στα ιταλικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: οξικός

οξικός μόλυβδος, οξικός χαλκός, οξικός φαινυλεστέρας, οξικός ψευδάργυρος, οξικόσ εστέρασ, οξικός λεξικό γλώσσας ιταλικά, οξικός στα ιταλικά

Μεταφράσεις

  • οντότητα στα ιταλικά - essenza, entità, ente, un'entità, soggetto, dell'entità
  • οξείδιο στα ιταλικά - ossido, ossido di, di ossido, di ossido di, l'ossido
  • οξυγονοκολλώ στα ιταλικά - saldare, oxygonokollo
  • οξυγόνωση στα ιταλικά - ossigenazione, l'ossigenazione, di ossigenazione, dell'ossigenazione, ossigenazione dei
Τυχαίες λέξεις
Οξικός στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: acetico, acetica, acetico al, acido acetico