Οξικός στα ολλανδικά

Μετάφραση: οξικός, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
azijnzuur, azijn-, azijnzuuranhydride, azijn, azijnzuur-
Οξικός στα ολλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: οξικός

οξικός μόλυβδος, οξικός χαλκός, οξικός φαινυλεστέρας, οξικός ψευδάργυρος, οξικόσ εστέρασ, οξικός λεξικό γλώσσας ολλανδικά, οξικός στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • οντότητα στα ολλανδικά - wezen, geheel, entiteit, dienst, eenheid
  • οξείδιο στα ολλανδικά - oxyde, oxide, leenoxide
  • οξυγονοκολλώ στα ολλανδικά - lassen, oxygonokollo
  • οξυγόνωση στα ολλανδικά - oxygenatie, zuurstofvoorziening, zuurstoftoevoer, zuurstof, de oxygenatie
Τυχαίες λέξεις
Οξικός στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: azijnzuur, azijn-, azijnzuuranhydride, azijn, azijnzuur-