Οξικός στα λευκορωσικά
Μετάφραση: οξικός, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
воцатны
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: οξικός
οξικός μόλυβδος, οξικός χαλκός, οξικός φαινυλεστέρας, οξικός ψευδάργυρος, οξικόσ εστέρασ, οξικός λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, οξικός στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- οντότητα στα λευκορωσικά - аб'ект, месца
- οξείδιο στα λευκορωσικά - аксід, аксіду
- οξυγονοκολλώ στα λευκορωσικά - oxygonokollo
- οξυγόνωση στα λευκορωσικά - аксігенацыя, аксігенацыі
Τυχαίες λέξεις
Οξικός στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: воцатны
Μεταφράσεις: воцатны