Οξικός στα ουγγρικά
Μετάφραση: οξικός, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
ecetsavas, ecetsav, ecetsavval, ecetsavat
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: οξικός
οξικός μόλυβδος, οξικός χαλκός, οξικός φαινυλεστέρας, οξικός ψευδάργυρος, οξικόσ εστέρασ, οξικός λεξικό γλώσσας ουγγρικά, οξικός στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- οντότητα στα ουγγρικά - entitás, egység, szervezet, személy, gazdálkodó egység
- οξείδιο στα ουγγρικά - oxid, oxidot
- οξυγονοκολλώ στα ουγγρικά - hegesztés, oxygonokollo
- οξυγόνωση στα ουγγρικά - oxidálás, oxidáció, oxigénellátását, oxigénellátás, oxigenizáció, oxigenizációs, oxigenizációt
Τυχαίες λέξεις
Οξικός στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: ecetsavas, ecetsav, ecetsavval, ecetsavat
Μεταφράσεις: ecetsavas, ecetsav, ecetsavval, ecetsavat