Ωάριο στα ιταλικά
Μετάφραση: ωάριο, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
ovulo, uovo, ovum, dell'ovulo, ovuli
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ωάριο
ωάριο κότας, ωάριο ποιότητα, ωάριο naboth, ωάριο γονιμοποίηση, ωάριο χιλιοστά, ωάριο λεξικό γλώσσας ιταλικά, ωάριο στα ιταλικά
Μεταφράσεις
- ψώνια στα ιταλικά - shopping, commerciale, negozi, dello shopping, acquisti
- ψώρα στα ιταλικά - scabbia, la scabbia, scabies, di scabbia, rogna
- ωθώ στα ιταλικά - sollecito, pronto, immediato, suggerire, spingere, spinta, pressione, ...
- ωκεανός στα ιταλικά - oceano, mare, dell'oceano, sull'oceano, marino
Τυχαίες λέξεις
Ωάριο στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: ovulo, uovo, ovum, dell'ovulo, ovuli
Μεταφράσεις: ovulo, uovo, ovum, dell'ovulo, ovuli