Ωάριο στα τσεχικά
Μετάφραση: ωάριο, Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
vaječník, vajíčko, vajíčka, vajíček, ovum
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ωάριο
ωάριο κότας, ωάριο ποιότητα, ωάριο naboth, ωάριο γονιμοποίηση, ωάριο χιλιοστά, ωάριο λεξικό γλώσσας τσεχικά, ωάριο στα τσεχικά
Μεταφράσεις
- ψώνια στα τσεχικά - nákup, nakupování, nákupy, nákupní, nákupního, obchodní
- ψώρα στα τσεχικά - svrab, prašivina, scabies, svrabu
- ωθώ στα τσεχικά - okamžitý, podnítit, napovědět, pobídnout, nabádat, podněcovat, rychlý, ...
- ωκεανός στα τσεχικά - oceán, Ocean, oceánu, moře, na oceán
Τυχαίες λέξεις
Ωάριο στα τσεχικά - Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Μεταφράσεις: vaječník, vajíčko, vajíčka, vajíček, ovum
Μεταφράσεις: vaječník, vajíčko, vajíčka, vajíček, ovum