Ωάριο στα πολωνικά
Μετάφραση: ωάριο, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
jajnik, zalążnia, jajo, komórki jajowej, komórka jajowa, komórkę jajową, jajeczko
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ωάριο
ωάριο κότας, ωάριο ποιότητα, ωάριο naboth, ωάριο γονιμοποίηση, ωάριο χιλιοστά, ωάριο λεξικό γλώσσας πολωνικά, ωάριο στα πολωνικά
Μεταφράσεις
- ψώνια στα πολωνικά - kupowanie, sprawunek, zakupy, handlowe, zakupów, shopping, handlowego
- ψώρα στα πολωνικά - świerzb, scabies, świerzbu, świerzbowca
- ωθώ στα πολωνικά - ożywić, rychły, suflować, monit, monitować, ożywiać, bezzwłoczny, ...
- ωκεανός στα πολωνικά - ocean, oceanu, morskie, na ocean
Τυχαίες λέξεις
Ωάριο στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: jajnik, zalążnia, jajo, komórki jajowej, komórka jajowa, komórkę jajową, jajeczko
Μεταφράσεις: jajnik, zalążnia, jajo, komórki jajowej, komórka jajowa, komórkę jajową, jajeczko